Το ελαιόλαδο κρατάει τα σκήπτρα των λιπαρών υλών
Καταχώρηση 2018/08/14
Τα λιπίδια (κοινώς λίπη & έλαια) έχουν τεράστια συμβολή στη διατροφή μας.
Κατά την άποψη των διαιτολόγων σε μια σωστή διατροφή η συμμετοχή των λιπιδίων δεν πρέπει να ξεπερνά το 30-35 % της συνολικής ενέργειας που παίρνει ο οργανισμός και πρέπει να κυμαίνεται σε ίσα μέρη μεταξύ των διαφόρων λιπαρών οξέων:
-10% κορεσμένα λιπαρά οξέα. Αυτό σημαίνει σημαντική μείωση της κατανάλωσης λιπαρών οξέων που βρίσκονται στο βούτυρο και τα λίπη των κρεάτων.
-10% μονοακόρεστα λιπαρά οξέα. Αυτό σημαίνει ότι επιβάλλεται σημαντική αύξηση της κατανάλωσης ελαϊκού οξέος, που περιέχεται σε υψηλό ποσοστό στο ελαιόλαδο.
-10% πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Χρειάζεται μέτρια αύξηση της κατανάλωσης λινελαϊκού οξέος που περιέχεται σε μεγάλες αναλογίες σε ορισμένα φυτικά έλαια (ενώ βρίσκεται και σε μικρότερα ποσοστά και στο ελαιόλαδο).
Αν προσέξουμε τη χημική σύνθεση του ελαιολάδου :
-Κορεσμένα λιπαρά οξέα (κυρίως παλμιτικό οξύ) : 11,5 έως 15,5 %
-Μονοακόρεστα λιπαρά οξέα (κυρίως ελαϊκό οξύ) : 73 έως 80 %
-Πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (κυρίως λινελαϊκό οξύ) : 6 έως 10 %
-Βιταμίνη Ε (α-τοκοφερόλη) : 8 έως 11 mg/100g
βλέπουμε ότι το ελαιόλαδο έχει μια ισορροπημένη σύνθεση, όπως ακριβώς και συνιστάται για τις λιπαρές ύλες που πρέπει να καταναλώνουμε, να είναι δηλαδή πλούσιες σε ακόρεστα λιπαρά οξέα και να μην περιέχουν πολλά κορεσμένα οξέα.
Το ελαιόλαδο ανταποκρίνεται πλήρως σε αυτά τα χαρακτηριστικά.
Συνεπώς το ελαιόλαδο με τις θρεπτικές του ιδιότητες, τη βιολογική του σπουδαιότητα, τη συμβολή του σε βιταμίνες και την υψηλή περιεκτικότητα σε ελαϊκό οξύ, κατέχει εξέχουσα θέση μεταξύ των διαφόρων λιπαρών υλών.